19/06/2014 (901)
Ο Σάουρον τώρα ήξερε καλά, όπως και όλοι σ' εκείνη τη χώρα, τη μοίρα που είχε οριστεί για τον Λύκο του Βάλινορ και σκέφτηκε πως θα μπορούσε να είναι αυτός που θα την προκαλούσε. Γι' αυτό μεταμορφώθηκε σε λυκάνθρωπο και έκανε τον εαυτό του τον πιο μεγάλο που είχε βαδίσει ποτέ στον κόσμο. Και βγήκε να πάρει το πέρασμα της γέφυρας.
Τόσο μεγάλη ήταν η φρίκη απ' τον ερχομό του, που ο Χούαν πήδησε στο πλάι. Τότε ο Σάουρον όρμησε στη Λούθιεν κι εκείνη λιποθύμησε μπροστά στην απειλή του άγριου πνεύματος των ματιών του και τη βρωμερή αποφορά της ανάσας του. Αλλά όπως ερχόταν καταπάνω της, η Λούθιεν πέφτοντας έριξε μια άκρη του μαύρου μανδύα της στα μάτια του κι αυτός σκόνταψε, γιατί του ήρθε μια στιγμιαία νύστα. Τότε όρμησε ο Χούαν. Κι εκεί έγινε ο αγώνας του Χούαν και του Λύκου-Σάουρον και τα ουρλιαχτά και τα αλυχτίσματα αντηχούσαν στους λόφους και οι φρουροί στα τείχη των Έρεντ Γουέθριν, από την άλλη πλευρά της κοιλάδας, τα άκουσαν από μακριά και φοβήθηκαν.
Αλλά ούτε μάγια, ούτε ξόρκια, ούτε δόντι, ούτε δηλητήριο, ούτε διαβολικό τέχνασμα, ούτε δύναμη ζώου δεν μπορούσαν να κατανικήσουν τον Χούαν του Βάλινορ. Κι άρπαξε τον εχθρό του από το λαιμό και τον κάρφωσε κάτω. Τότε ο Σάουρον άλλαξε όψη, από λύκος σε φίδι και από τέρας στη δική του καταραμένη μορφή. Αλλά δεν μπορούσε να ξεφύγει από το πιάσιμο του Χούαν χωρίς να εγκαταλείψει τελείως το σώμα του. Πριν το βρωμερό του πνεύμα αφήσει το σκοτεινό του οίκο, τον πλησίασε η Λούθιεν και είπε ότι πρέπει να απογυμνωθεί από το σαρκικό του ένδυμα και να στείλουν το φάντασμα του τρέμοντας πίσω στον Μόργκοθ ή να της παραδώσει την κυριαρχία του πύργου του.
Τότε ο Σάουρον παραδόθηκε και η Λούθιεν πήρε την εξουσία του νησιού και όλων όσων βρίσκονταν εκεί. Και ο Χούαν τον άφησε. Και αμέσως πήρε τη μορφή βαμπίρ, μεγάλου σαν μαύρο σύννεφο μπροστά στο φεγγάρι και τράπηκε σε φυγή στάζοντας αίμα από το λαιμό του στα δέντρα και πήγε στο Τάουρ-νου-Φούιν κι εγκαταστάθηκε εκεί, γεμίζοντας το με τρόμο.
Τότε η Λούθιεν στάθηκε πάνω στη γέφυρα και φανέρωσε τη δύναμη της: και τα μάγια που έδεναν τις πέτρες λύθηκαν, και οι πύλες έπεσαν και οι τοίχοι άνοιξαν και τα μπουντρούμια απογυμνώθηκαν και πολλοί δούλοι και αιχμάλωτοι βγήκαν έξω όλο φόβο και απορία, σκεπάζοντας τα μάτια τους στο χλωμό φώς του φεγγαριού, γιατί ήταν πολύ καιρό στα σκοτάδια του Σάουρον. Ο Μπέρεν όμως δεν ήρθε. Κι έτσι ο Χούαν και η Λούθιεν τον έψαξαν στο νησί και η Λούθιεν τον βρήκε να θρηνεί πλάι στον Φέλαγκουντ. Τόσο βαθιά ήταν η οδύνη του ώστε ήταν πεσμένος ακίνητος και δεν άκουγε τα βήματα της. Τότε, νομίζοντας τον ήδη νεκρό, έβαλε τα χέρια της ολόγυρά του κι έπεσε σε σκοτεινή λησμονιά. Ο Μπέρεν όμως με το που γύρισε πίσω στο φως από τα μπουντρούμια της απελπισίας, τη σήκωσε και αντίκρισαν πάλι ο ένας τον άλλο και καθώς χάραξε η μέρα πάνω από τους σκοτεινούς λόφους τους φώτισε.
Έθαψαν το σώμα του Φέλαγκουντ στην κορυφή του λόφου του δικού του νησιού, που ήταν πάλι καθαρό και το πράσινο μνήμα του Φίνροντ, του γιού του Φινάρφιν, του πιο ωραίου από όλους τους πρίγκιπες των Ξωτικών, έμεινε αβεβήλωτο, ώσπου η γη άλλαξε και κομματιάστηκε και καταποντίστηκε κάτω από τις καταστροφικές θάλασσες. Ο Φίνροντ όμως περπατά με τον Φινάρφιν, τον πατέρα του, κάτω από τα δέντρα στο Έλνταμαρ...
http://the-journey-begin.pblogs.gr/
THE WOMAN IS ART - Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΤΕΧΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου